Rachel Long | Λαχτάρα για (και άλλα ποιήματα)

At a dry spring. Black Mesa, Navajo Nation, Arizona, USA, 2019. All images © Matt Black/Magnum Photos.
 

ΛΑΧΤΑΡΑ ΓΙΑ

Στοίβαξα τρία μαξιλάρια, φρόντισα
το κεφάλι μου να είναι βαρύ από λογαριασμούς, κρασί, τη χθεσινή
προθεσμία, και κοιμήθηκα βαθιά, σφιγμένα
σαν τσιμέντο πάνω στο αριστερό μου μπράτσο. Ήρθαν οι βελόνες.
Τα ξημερώματα, το τράβηξα
σαν σολομό κάτω από το κορμί μου.
Ένα κομμάτι μου είναι νεκρό. Τώρα
μπορώ να σφίξω το ίδιο μου το χέρι,
να συναντήσω τον εαυτό μου ξανά πρώτη φορά.
Πώς νιώθουν τα δάχτυλά μου το ένα με το άλλο, ξένα,
για μια στιγμή μουδιάσματος, είμαι άλλη.
Υπόσχεσαι; Αυτή τη φορά θα είναι αλλιώς.


μτφρ. Μαρία Θεοφιλάκου,
πηγή: Granta magazine



ΑΝΟΙΧΤΑ

Σήμερα το πρωί μού είπε
κοιμάμαι με το στόμα ανοιχτό
και τα χέρια μου στα μαλλιά μου.
Λέω, Τι, όπως ουρλιάζοντας;
Λέει, Όχι, όπως εγκαταλείποντας.


μτφρ. Μαρία Θεοφιλάκου,



ΓΛΥΚYTHTA ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ

Κάποια μακρινά ταξίδια πίσω,
η Μαμά θα έβαζε το χέρι της
πάνω από του Μπαμπά στον λεβιέ των ταχυτήτων,
οι βέρες τους λαμποκοπώντας
σαν στόματα που δεν έχουν συνηθίσει να χαμογελάνε.


μτφρ. Μαρία Θεοφιλάκου



ΟΙΩΝΟΣ

Νιώθω μεσαία τάξη όταν είμαι ερωτευμένη.
Νομίζω φταίνε τα αυγά ποσέ σε ψωμί κανναβουριού,
τα ξενύχτια στο Zoopla* — φαντάσου
να ξυπνάς κάτω από δοκάρια αγροικίας,
το γέλιο σε έναν κήπο. Παιδιά.
Ένα αγοράκι με χρυσά μαλλιά
όλο στέκει στα όνειρά μου.

Διάβασα κάπου ότι χρειάζονται τριακόσια χρόνια,
περίπου δεκατρείς γενιές, για να αλλάξεις την κοινωνική σου τάξη.
Το σκέφτομαι αυτό ενώ κάνω ένα τσιγάρο-πριν-το-κόψω,
το κεφάλι κόντρα στο κουδούνι της εισόδου — είναι σπασμένο
αλλά μερικές φορές, αφού η Αγάπη Μου έχει φύγει για δουλειά,
μετά το ντους με το ακουστικό στο χέρι κι ένα κατούρημα
στη λεκάνη με τη μονωτική ταινία, το ακούω
να κουδουνίζει και να κουδουνίζει.


*Ζoopla: ιστοσελίδα αναζήτησης ακινήτων
μτφρ. Μαρία Θεοφιλάκου




THE YEARNER

I stacked three pillows, made sure
my head was heavy with bills, wine, yesterday’s
deadline, and I slept hard, tight
as cement on my left arm. The needles came.
At dawn, I dragged it
like a salmon from under my body.
A part of me is dead. Now
I can shake my own hand,
meet myself again for the first time.
How my fingers feel to one another, strangers,
for a tingling moment, I am another.
Promise? This time will be different.



OPEN

This morning he told me
I sleep with my mouth open
and my hands in my hair.
I say, What, like screaming?
He says, No, like abandon.



CAR SWEETNESS

Some long journeys back,
Mum would lay her hand
over Dad's on the gearstick,
their wedding rings glinting 
like mouths not used to smiling. 



PORTENT

I feel middle class when I'm in love.
I think it's all the poached eggs on bird-seed bread,
staying up all night on Zoopla—imagine
waking under cottage beams,
the laughter in a garden. Kids.
A little boy with gold hair
keeps standing in my dreams.

I read somewhere that it takes three hundred years,
about thirteen generations, to change your social class.
I think about this whilst having a fag-I'm-quitting,
head against the doorbell—it's broken
but sometimes, after My Love has left for work,
after his hand- held shower, and a pee
in the gaffer-taped loo, I hear it
ringing and ringing.







Rachel Long
b. 1988


Σχόλια