Ρενέ Ντομάλ | Η Λέξη και η μύγα

photographic prints taken by René Maublanc during experiments on paroptic vision, April 1927


Η Λέξη και η μύγα

Ένας μάγος συνήθιζε να διασκεδάζει το κοινό του με αυτό το μικρό κόλπο. Έχοντας αερίσει καλά το δωμάτιο και κλείσει τα παράθυρα, έσκυβε πάνω από ένα μεγάλο τραπέζι από μαόνι και πρόφερε συγκεντρωμένος τη λέξη «μύγα». Κι ευθύς μια μύγα άρχιζε να κόβει βόλτες γύρω γύρω στη μέση του τραπεζιού, νιώθοντας το βερνίκι με τη μικρή της μαλακή προβοσκίδα και τρίβοντας τα μπροστινά της πόδια όπως κάθε μύγα κανονική. Τότε, και πάλι, ο μάγος έσκυβε πάνω στο τραπέζι και πρόφερε ξανά τη λέξη «μύγα». Και το έντομο έπεφτε κόκαλο στην πλάτη του, σαν κεραυνοβολημένο. Κοιτάζοντας το πτώμα του μέσα από μεγεθυντικό φακό, έβλεπες μόνο ένα άδειο και στεγνό κουφάρι, που δεν περιείχε κανένα σπλάχνο, ούτε σωματικό υγρό, ούτε λάμψη στα πολυεδρικά του μάτια. Ο μάγος κοίταζε λοιπόν τους καλεσμένους του με ένα χαμόγελο σεμνό, ψαρεύοντας για κολακείες, οι οποίες του δίνονταν όπως άρμοζε.

Πάντα έβρισκα αυτό το κόλπο αρκετά άθλιο. Σε τι οδηγούσε; Στην αρχή, δεν υπήρχε τίποτα, και στο τέλος υπήρχε ένα πτώμα μύγας. Ωραία πρόοδος! Έπρεπε ακόμη να ξεφορτωθούν τα πτώματα—αν και μια παλιά θαυμάστρια του μάγου τα συνέλεγε, όταν γινόταν να τα μαζέψει μουλωχτά. Αυτό διέψευδε τον κανόνα: «ποτέ δυο χωρίς τρίτο». Αναμενόταν μια τρίτη εκφορά της λέξης «μύγα», η οποία θα έκανε το πτώμα του εντόμου να εξαφανιστεί με δίχως ίχνος· έτσι όλα τα πράγματα στο τέλος θα ήταν όπως στην αρχή, εκτός από μέσα στις αναμνήσεις μας, τις ήδη αρκετά συνωστισμένες και χωρίς αυτό.

Πρέπει να διευκρινίσω ότι ήταν ένας μάλλον μέτριος μάγος, ένας αποτυχημένος που, αφού δοκίμασε τις δυνάμεις του με ελάχιστη τύχη στην ποίηση και στη φιλοσοφία, είχε μεταφέρει τις φιλοδοξίες του στην τέχνη των γοήτρων· και ακόμα κι εκεί, κάτι του έλειπε και πάλι.


*μετάφραση: Μαρία Θεοφιλάκου


Le Mot et la mouche

Un magicien avait coutume de divertir son monde du petit tour que voici. Ayant bien ventilé la chambre et fermé les fenêtres, il se penchait sur une grande table d’acajou et prononçait attentivement le mot «mouche». Et aussitôt une mouche trottinait au milieu de la table, tâtant le vernis de sa petite trompe molle et se frottant les pattes de devant comme n’importe quelle mouche naturelle. Alors, de nouveau, le magicien se penchait sur la table et prononçait encore le mot «mouche». Et l’insecte tombait raide sur le dos, comme foudroyé. En regardant son cadavre à la loupe, on ne voyait qu’une carcasse vide et sèche, ne renfermant aucun viscère, aucune humeur, aucune lueur dans les yeux à facettes. Le magicien regardait alors ses invités avec un sourire modeste, quêtant les compliments, qu’on lui accordait comme il se doit.

J’ai toujours trouvé ce tour assez misérable. A quoi aboutissait-il? Au commencement, il n’y avait rien, et à la fin il y avait un cadavre de mouche. La belle avance! Il fallait encore se débarrasser des cadavres—encore qu’une vieille admiratrice du magicien les collectionnât, quand elle pouvait les ramasser à la dérobée. Cela faisait mentir la règle: « jamais deux sans trois» . On attendait une troisième profération du mot «mouche», qui eût fait disparaître sans traces le cadavre de l’insecte; ainsi toutes choses à la fin eussent été comme au commencement, sauf dans nos mémoires, déjà bien assez encombrées sans cela.

Je dois préciser que c’était un assez médiocre magicien, un raté qui, après s’être essayé avec aussi peu de bonheur à la poésie et à la philosophie, avait transporté ses ambitions dans l’art des prestiges; et même là, il lui manquait encore quelque chose.




René Daumal
1908–1944




Σχόλια