Σαρλ Μπωντλαίρ | Η πρόσκληση στο ταξίδι




Η πρόσκληση στο ταξίδι

Κορίτσι μου και αδερφή,
Σκέψου την έκσταση
Να πάμε εκεί να ζήσουμε μαζί!
Ν' αγαπάμε όποτε θέλουμε,
Ν' αγαπάμε και να πεθαίνουμε
σε μια χώρα που είναι όπως εσύ!
Οι ήλιοι ποτισμένοι με νερό
Σε τούτο τον συννεφιασμένο ουρανό
Την ψυχή μου το ίδιο έλκουν
Τόσο μυστηριακά
Με τα μάτια σου τα απατηλά,
Που δακρυσμένα φέγγουν. 

Εκεί, όλα είναι τάξη κι ομορφιά,
Λούσα, ηρεμία και ηδυπάθεια. 

Έπιπλα γυαλιστερά,
Λουστραρισμένα απ' του χρόνου την μπογιά,
Θα διακοσμούσαν μας την κάμαρα·
Λουλούδια απ' τα πιο σπάνια 
Μπλέκοντας τη μυρωδιά
Με μια αόριστη κεχριμπαριού μοσχοβολιά,
Οι οροφές πολυτελείς,
Ο καθρέφτης βαθύς, 
Της Ανατολής η δόξα,
Όλα θα μίλαγαν εκεί 
Μυστικά στην ψυχή 
Στη μητρική της γλώσσα.

Εκεί, όλα είναι τάξη κι ομορφιά,
Λούσα, ηρεμία και ηδυπάθεια. 

Δες στα κανάλια αυτά
Πώς κοιμούνται τα σκαριά
Που έχουν διάθεση φυγής.
Είναι για να ευχαριστούν την κάθε μία
Μικρή δική σου επιθυμία
Που έρχονται απ' τα πέρατα της γης.
— Οι ήλιοι που δύουν
Τα πεδία στολίζουν,
Τα κανάλια, τον οικισμό,
Με υακίνθους και χρυσάφι.
Ο κόσμος ησυχάζει
Μέσα σε φως ζεστό.

Εκεί, όλα είναι τάξη κι ομορφιά,
Λούσα, ηρεμία και ηδυπάθεια. 


μτφρ. Μαρία Θεοφιλάκου


L'invitation au voyage

Mon enfant, ma soeur,
Songe à la douceur
D'aller là-bas vivre ensemble!
Aimer à loisir,
Aimer et mourir
Au pays qui te ressemble!
Les soleils mouillés
De ces ciels brouillés
Pour mon esprit ont les charmes
Si mystérieux
De tes traîtres yeux,
Brillant à travers leurs larmes.

Là, tout n'est qu'ordre et beauté,
Luxe, calme et volupté.


Des meubles luisants,
Polis par les ans,
Décoreraient notre chambre;
Les plus rares fleurs
Mêlant leurs odeurs
Aux vagues senteurs de l'ambre,
Les riches plafonds,
Les miroirs profonds,
La splendeur orientale,
Tout y parlerait
À l'âme en secret
Sa douce langue natale.

Là, tout n'est qu'ordre et beauté,
Luxe, calme et volupté.


Vois sur ces canaux
Dormir ces vaisseaux
Dont l'humeur est vagabonde;
C'est pour assouvir
Ton moindre désir
Qu'ils viennent du bout du monde.
— Les soleils couchants
Revêtent les champs,
Les canaux, la ville entière,
D'hyacinthe et d'or;
Le monde 
s'endort
Dans une chaude lumière.

Là, tout n'est qu'ordre et beauté,
Luxe, calme et volupté.








Charles Baudelaire

1821-1867




Σχόλια