Χρίστος Κασσιανής | ύποπτοι σαν την Αλήθεια


στην κανονικότητα

έτσι,ξανά,
καθημερινότητα και κανονικότητα,
το κομμένο σκοινί κρατάει
αλλά και πάλι κομμένο είναι,
κι αν γίνεται ν' ανταμώσουμε ξανά
θα ερχόμαστε από διαφορετικά σημεία.




Μια στεγνή ημέρα

Στενεύει το χαμόγελο,στενεύει ο δρόμος,
ο γλεντοκόπος ασθενεί σήμερα,
κατεβαίνει από τα δέντρα ο κοκκινολαίμης.
Έβρεξε,
γέμισε η πόλη περιουσίες,
ανοίξανε οι ομπρέλες και δεν παραμερίζουν,
καθάρισε το μάρμαρο και γλύκυνε η
μυρωδιά.
Και σαν ανοίξει ο καιρός,
χαριτόβρυτες θα τινάξουν με χάρη τα
μαλλιά τους,
οι ρακοσυλλέκτες θα ξαναβάλουν τα
μαντήλια.
Κι ένα βλαστάρι λησμονιάς
ίσα που αχνοφαίνεται στο μέτωπό μας
απάνω,
που στενεύει.


  
photograph by Kenneth Josephson



Καταδοχές

Να καταδέχεσαι∙
του περαστικού την καλημέρα,
το "γειά σου" των γειτόνων,
τις βροχοστάλες,τα χελιδόνια,
τις ξεχασμένες σου ρίζες,
 
της αστραπής το φευγαλέο βλέμμα,
τα φύλλα της καρδιάς της,
τις ανάπαυλες στα οροπέδια,
το όνειρο μέσα στο όνειρο,
τη δροσιά της αυγής,
τις φτερούγες που ανεμίζουν σαν πετούν,
την ψυχή που γίνεται τιμόνι.

Τα χνάρια σου μην σέρνεις στις στάχτες,
να έχεις ήχο στις σιωπές σου,
και λόγια μονάκριβα,
για εκείνους που ακούνε,

Άκου,χτυπάει ο άνεμος την πόρτα,
μην τρεμοσβήνεις.

Να καταδέχεσαι τους χορούς των
παλιάτσων,
των ακροβατών,
στ' αγριοκαίρι να ωριμάζεις αθόρυβα,
γίνου θύελλα στην κατάλληλη στιγμή,
τα σύννεφα θέλουν απλωσιά.





Τρυφηλία

Λιμνάσαμε σε θορυβώδεις ίσκιους
που κρεμάστηκαν σ’ εποχές ωχρές,

Με δάχτυλα σφιγμένα,
εξαντλήσαμε τ’ άμορφα παιδιά της
παιδοσύνης
κι ονειρευτήκαμε -τι παράξενο-
λαχτάρες δοκιμασμένες στο πεπερασμένο.



  
photograph by Kenneth Josephson




Το Σκίρτημα Ι

στην Ιωάννα R

Δύο βήματα,άντε τρία,
μακρύτερα από εκείνη.
Άγνωστοι μεταξύ μας,
μόλις δύο βήματα,το πολύ τρία.

Βρεθήκαμε αντικριστά,
να μιλάμε για ώρες επί ωρών
και σε κάθε σταθμό, σηκώνονταν στο
παραθύρι,
να γελά φωναχτά και με μια φράση
ξεχωριστή.

-να βρέχεις τα μαλλιά σου
να μοιραζόμαστε τη μουσική-

Σε κοιτούσα στα μάτια και συ γελούσες
κι ήταν μόλις δυο βήματα,ούτε τρία,
γίναν ένα και μετά κανένα.
Τα φώτα σβήσανε περπατούσαμε μαζί
στα: καλντερίμια της παλιάς πόλης.

Έφυγε από κει,έμεινα εδώ,
τα φώτα σβήσανε,
περπατούσα στα τυφλά,
την ονειρεύτηκα και την επομένη έφυγα.

Απ' το παράθυρο του τρένου
δεν έβλεπα τίποτα πια∙
τα δυο τρία βήματα,το ένα,το κανένα.
Το χαμόγελό της,τα βρεγμένα της μαλλιά,
(θα την ξαναδώ,θα ξαναφύγει,θα ξαναφύγω)

Θα σε: ξαναδώ και δεν θα ξαναφύγω.
Έφυγες από εδώ κι έμεινα εκεί,
κάποτε και κάπου,στο άπλωμα του χρόνου.

Μην ξαναφύγεις,να μην σκορπίσουμε στη
σκόνη.

Έτσι σκορπάει στα τέσσερα σημεία,
το σκίρτημα.





μνήμες

Οι μνήμες,
πότε αυστηρές, αμείλικτες,
πότε ανταποδοτικές,
οι μνήμες χωρίς,
οι μνήμες πότε,
στην απέραντη τρυφερότητα.



*τα ποιήματα είναι από την ποιητική συλλογή ύποπτοι σαν την Αλήθεια του Χρίστου Κασσιανή
 (Αυτέκδοση, Αθήνα, Απρίλιος 2022)



Χρίστος Κασσιανής


Σχόλια