Miguel Rio Branco USA. New York. 1972. © Miguel Rio Branco | Magnum Photos |
ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΡΑΔΥ
Θα είναι το βράδυ, την ίδια ώρα
το βράδυ, τα περιστέρια
θα αρχίσουν να προσγειώνονται στα κλαδιά,
κάποιος θα πει, τι
ψηλό που είναι το χορτάρι, πάμε να κάτσουμε,
να διηγηθούμε
για να περάσει η ώρα μια ιστορία λίγο τρελή,
αυτή για έναν βασιλιά
που νόμιζε τα ξέρει όλα και που τα έχασε
όλα, κάποιος
θα πει, τέλος τα παραμύθια
τα λυπητερά, τα λησμονούμε,
όπως ο ήλιος δύει αργά.
ΟΛΑ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ
ένα μικρό ρόδινο δέντρο
και τα πέταλα θα πέφτουν πάνω μας
απαλά, θα έχει
ήλιο και αναμφίβολα στο βάθος το αόριστο
σχήμα ενός σύννεφου
σαν για να πει ότι τα πράγματα
πια δε βαραίνουν και θα 'ναι
λες και η δυστυχία ήταν μια ιστορία
παλιά,
τόσο παλιά που κανένας δεν θυμάται.
ΜΑΣ ΔΩΣΑΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ
Μας δώσαμε τον χρόνο, μας
χάσαμε, πήραμε στο κατόπι
τον ήλιο, κοιμηθήκαμε τόσες φορές
σ' ένα κρεβάτι άχυρα,
τώρα, πόσο είναι φρέσκια
η ανάμνηση του ανέμου
θα λέγαμε ότι η βροχή κάνει μία μεγάλη
σιωπή
και είναι λες και, μέσα στο βράδυ,
θεοί γεννιόντουσαν
αλλά τόσο μικροί
που τα πουλιά τούς τσίμπαγαν σαν σπόρους.
Ό,ΤΙ ΔΕ ΜΙΛΑΕΙ...
Ό,τι δε μιλάει,
το ακούω.
Ό,τι δεν έχει λάβει χώρα
το συναντώ στον
τόπο του.
Ό,τι πέφτει,
κρατιέμαι απ' τη λαβή του.
Βλέπω να ζει
κάθε τι που πεθαίνει.
Εξαφανίζομαι
μαζί με ό,τι παραμένει.
CE SERA LE SOIR
Ce sera le soir, la même heure
du soir, les colombes
commenceront à se poser sur les branches,
quelqu’un dira, comme
l’herbe est haute, allons nous asseoir,
racontons-nous
pour passer le temps une histoire un peu folle,
celle d’un roi
qui croyait tout savoir et qui perdit
tout, quelqu’un
dira, c’en est fini des fables
tristes, oublions-les,
comme le soleil se couche lentement.
TOUT SERA FINI
un petit arbre rose
et les pétales tomberont sur nous
doucement, il y aura
du soleil et sans doute au loin la forme
vague d’un nuage
comme pour dire que les choses
ne pèsent plus et ce sera
comme si le malheur était une histoire
vieille,
si vieille que personne ne se souvient.
ON S’EST DONNE LE TEMPS
On s’est donné le temps, on s’est
perdus, on a poursuivi
le soleil, on s’est endormis tant de fois
sur un lit de paille,
maintenant, comme il est frais
le souvenir du vent
on dirait que la pluie fait un long
silence
et c’est comme si dans le soir
des dieux naissaient
mais si petits
que les oiseaux les picorent comme des graines.
je l’écoute.
Ce qui n’a pas lieu
je le retrouve dans
son lieu.
Ce qui tombe,
je me retiens à son assise.
Je vois vivre
tout ce qui meurt.
Je disparais
avec ce qui demeure.
Σχόλια