Torcello, Venice, Italy, shot for “The Face of Europe,” Holiday (January 1954). © Henri Cartier-Bresson/Magnum Photos. |
Και συχνά τις νύχτες ανέβηκα στις γέφυρες των σταθμών
και κοίταξα τα φωτισμένα τρένα να χάνονται πέρα στο πουθενά. Ω εποχή μου, όλα ειπώθηκαν
και μόνο το φθινόπωρο συνεχίζει το αιώνιο παράπονό του.
Ώσπου σιγά σιγά το παρελθόν γίνεται όλο και περισσότερο αίνιγμα
και το φως της μέρας δεν έχει επιείκεια γι' αυτούς που ενδίδουν
κι ύστερα είναι κι εκείνο το επικίνδυνο άστρο μιας αναγνώρισης που άργησε
οι φίλοι που πέθαναν, οι άλλοι που χάθηκαν κυνηγώντας κάτι άπιαστο
λέξεις συμπόνιας που κάνουν τον κόσμο ακόμα πιο τρωτό
κι αυτή η αίσθηση ότι όλα όσα ζήσαμε ήταν λάθος κι ότι από αύριο ίσως αρχίσει η αληθινή μας ζωή.
Ποιόν θέλουμε να ξεγελάσουμε ή ποιος μας εμπαίζει;
Και καμιά φορά τη νύχτα μια κραυγή που ζητάει βοήθεια ακούγεται απ' το παρελθόν - ακριβώς γιατί ποτέ δεν το ζήσαμε
ή μας βασανίζουν αναμνήσεις από γεγονότα που δε συνέβησαν ποτέ - αλλά ποιος είναι βέβαιος για το τι συνέβη;
εξάλλου η κάμαρά μου μοιάζει με όλες τις κάμαρες της γης, θέλω να πω πόσο στο βάθος είμαστε άδικοι ή ξένοι.
Ω, που έζησα μια ζωή συγκεχυμένη, ακαθόριστη σαν ένα όνειρο που το ξεχνάς το πρωί και μετά το ξαναθυμάσαι, μέχρι που δεν ξέρεις αν ήταν όνειρο ή το ίδιο το πεπρωμένο. Και είδα τ' ανοιχτά παράθυρα σα μεγάλα βιβλία της ερημιάς
όπου διάβασα το ποτέ και το τίποτα. Κι έπρεπε εγώ απ' αυτό το ποτέ και το τίποτα
να φτιάξω μια ποίηση για πάντα.
* από τη συλλογή Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα,
εκδόσεις Κέδρος 1987
Τάσος Λειβαδίτης
1922-1988
Σχόλια