Tierra Guajira, by Raul Cañibano Ercilla |
Λέξεις γραμμένες στην άμμο από έναν αθώο
V
(απόσπασμα)
Τι είμαι εν τέλει εκτός από ένα παιδί,
Που χαίρεται σαν ακούει το όνομά του,
Επαναλαμβάνοντάς το αδιάκοπα,
Ξεμακραίνοντας απ' τους άλλους για να το ακούσω,
Χωρίς να κουράζομαι ποτέ;
Γράφω στην άμμο τη λέξη ορίζοντας
Κάποιες ψηλές γυναίκες έρχονται σ' αυτή να αναπαυθούν.
Κουβεντιάζουν χαμογελαστές και ήρεμες ξεθωριάζουν.
Δεν μπορώ να τις ακολουθήσω, το όνειρο με καθηλώνει, διαβαίνουν την αγκαλιά μου
Αναζητώντας την αεικύμαντη της καρδιάς μου ατραπό.
Ο ορίζοντας φυλάει τους χαμένους φίλους, τα ναυαγισμένα πλοία,
Τις πύλες πόλεων που υπήρξαν όταν υπήρξε ο Δαβίδ.
Δεν καταλαβαίνω τίποτα, είμαι ένας αθώος.
(...)
Κάτω από τους ψίθυρους πολεμιστών μέσα στις φλέβες
Σκέφτομαι τα θλιμμένα πρόσωπα των παιδιών.
Σκέφτομαι τις παιδικές τους κουβέντες κι ότι πρόκειται να πεθάνουν.
Και σκέφτομαι την αδικία να είναι αιωνίως παιδιά.
Και μια φωνή μού απαντά:
Είσαι ο πιο αθώος των αθώων.
Βιάσου να πεθάνεις. Βιάσου να υπάρξεις. Αύριο θα ξέρεις τα πάντα.
Στο παιδικό του αυτί, στην αδράνεια, στο ονειροπόλημά του,
Γελωτοποιέ, άλικε γέροντα, σοφέ κυρίαρχε, θα του πεις την αλήθεια.
Αύριο θα ξέρεις τα πάντα. Αύριο. Κοιμήσου, αθώο παιδί, κοιμήσου μέχρι αύριο.
Θα του δείξεις τον κονισαλέο δρόμο του θανάτου, γέρε κυρίαρχε,
Γελωτοποιέ του Θεού, ποιητή.
To-morrow, and to-morrow, and to-morrow,
Creeps in this petty pace from day to day,
To the last syllable of recorded time;
And all our yesterdays have lighted fools
The way to the dusty death. Out, out, brief candle!
Γελωτοποιέ του Θεού, πέσε στις φλόγες, γιατί ο καιρός είναι ο μαέστρος του θανάτου.
Εσύ δεν υπάρχεις, κανείς πια δε θυμάται το σώμα ή τη σκιά σου,
Σήμερα είσαι ο γελωτοποιός, που ορθώνεται και γελά, δημιουργός των μύθων του, σοφός αλλοπαρμένος.
Ορθώσου πάνω στην τελευταία συλλαβή του χρόνου που θυμόμαστε,
ορθώσου, σίγουρος και τρομερός, επιβάλλοντας τον ίσκιο σου
στης ζωής το φως.
Life's but a walking shadow, a poor player
That trusts and frets his hour upon the stage,
And then is heard no more' it is a tale
Told to an idiot, full of sound and fury,
Signifying nothing.
Αύριο θα ξέρεις τα πάντα.
Κοιμήσου ξανά.
Η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο από πλανόβια σκιά,
Ένας φτωχός ηθοποιός που κορδώνεται και σπαταλά την ώρα του στο πάλκο,
Και μετά στην αφάνεια μένει, η ζωή είναι
Μια ιστορία που λέει ένας τρελός, ήχο και οργή γεμάτη,
Ασήμαντη εντελώς.
Κοιμήσου ξανά.
[1942]
photo by Alfredo Sarabia |
Είναι όμορφο το καλοκαίρι, πολύ όμορφο *
Κάθομαι στον ήλιο να ρουφήξω απόγευμα,
να καταπιώ μαλακές φετούλες δειλινού,
τελικές φετούλες αυτής της σκυθρωπής Κυριακής,
σκυθρωπής όπως όλες οι Κυριακές,
και περισσότερο ακόμα σκυθρωπές οι Κυριακές το καλοκαίρι.
Το κενό σήμαντρο του απογεύματος
γεμίζει φαντάσματα σιωπηλά:
επιστρέφει η καλύτερη συντροφιά του μοναχικού,
που είναι η μνήμη περασμένη από πάνω ως κάτω,
πλυμένη, σιδερωμένη, παστρικιά,
από το βουβό σάρωθρο του θανάτου.
Ιουλία, θα 'θελες να ράψεις ένα κουμπί σ' αυτό το πουκάμισο,
ή ένα φιλντισένιο ρέλι σε τούτο το πέτο,
γιατί απόψε
μπορεί να επιστρέψω με ένα γαρίφαλο στο χέρι,
ή ίσως φέρω μια ακόμα χουφτίτσα δάκρυα,
κρυσταλλωμένα πια,
στο στρίφωμα του μανικιού.
Ιουλία, μη μ' αφήνεις εδώ:
πάρε με στην αυλή σου με τα ολάνθιστα γεράνια,
πάρε με στη σκιά του όμορφου θανάτου,
γιατί θα 'ρθει ξανά το καλοκαίρι,
και θα πρέπει να καθίσω μόνος,
εγώ μόνος μου μ' εμένα μόνο,
να ρουφήξω το απόγευμα με αργές γουλιές,
όλο το απόγευμα μόνος μου εγώ μόνο,
μ' αυτό το τόσο βρόμικο πουκάμισο, δίχως κουμπιά,
μ' αυτό το πουκάμισο,
παλιό και ξεχαρβαλωμένο
σαν το φέρετρο ενός βαρυποινίτη.
[1969]
______
*Εαρινή σονάτα για βιολί και πιάνο του Μπετόβεν
από την έκδοση
«Λέξεις γραμμένες στην άμμο από έναν αθώο»
Γαστόν Μπακέρο
μετάφραση: Ελένη Χαρατσή
Μικρή Άρκτος, 2001
Gastón Baquero
1914-1997
Σχόλια