Joan Miller, Orinda, California, 1955 - by Wayne Miller |
Το Σύνδρομο
τού
Σκαντζόχοιρου
15.
Την ώρα που κάποιος τανύζει σαν τόξο μια κιθάρα
Και τα άνθη στα λιβάδια τεντώνουν το λαιμό τους
Είναι σα να σβήνω
Με το τελευταίο τζιτζίκι στην καρδιά
Κεράκια στην τούρτα
Και να σχίζω με τα δόντια
Το περιτύλιγμα των εκατοστών γενεθλίων
Απ' όπου λέει βγαίνεις εσύ
Μέσα από τόση λιωμένη σοκολάτα
Με λίγη δάφνη στα μαλλιά
Πάνω στη ράχη μιας μέλισσας που ζουζουνίζει
Αφήνοντας πίσω τους λογικούς
Να βράζουν στο ζουμί των πόλεων
Και να καμώνονται ότι ζουν
Εκεί όπου όλα πηγαίνουν ρολόι
Ενώ είναι στα μαύρα τους πανιά οι σαρδόνιοι
Αφήνοντας πίσω για πάντα
Όσα θα γυρεύαμε αύριο
Να κάνουμε μαζί στο μέλλον
Τα ανέφικτα όνειρα και τις μεγάλες προσδοκίες •
Την ώρα που η ομοιότητα
Ανάμεσα σε μια βάρκα που κατεβαίνει τον Νέστο με τραγούδια
Και μια φελούκα που ανηφορίζει στον Νείλο τις πηγές του
Θυμίζει τη σκέψη
Πως όταν θέλει κανείς να νιώσει τη σιωπή
Ας αφουγκράζεται τύμπανα πιο μακρινά
Και όταν πάλι θέλει
Όχι ξυράφι τροχισμένο στα μάταια λόγια
Γυρεύει να τριγυρνά σ' αυτούς εδώ τους στίχους
Μέσα στο μάγμα
Τόσων χιλιάδων ξεχασμένων φωνών.
◇
16.
Πριν ανάψουν τα φώτα στους δρόμους
Αργά μες στα σκοτάδια των νεκρών που παίζουν
Φυσώντας τις φουσκάλες στον πικρό καφέ μου
[Όπου το μέλλον γειτονεύει
Όλο συστάσεις για τη βεβαιότητα
Ενός χαμού που στήνει καρτέρι στον ενεστώτα]
Ορισμένοι - κι ενώ βραδιάζει -
Έχουν πάρει τη μεγάλη απόφαση
Να περάσουν στην άλλη μεριά
Μ' ένα γενναίο άλμα στο ποτάμι
Με δυο μέτρα χοντρό σχοινί
Με μια σφαίρα στον κρόταφο• ίσως
Για να μην ξεχάσω ποτέ ότι είδα
Ανθρώπους να πνίγονται σε δύο γουλιές καημό
Να κρέμονται από μιαν απόγνωση
Ή να τινάζουν στον αέρα το κεφάλι τους
Γεμάτο σκέψεις σωριασμένες
Σα στίχους τραγουδιού που θα τραγουδούσαν
Αν είχαν
Τη μυστική φωνή τού αηδονιού μακριά στη ρεματιά•
Και όμως
Ένα κορίτσι λαχαίνει
Βελούδινο βλέμμα και βάδισμα από μπαμπάκι
[Εκείνη
Η πώςτηνελεγαν
Που θα τη φωνάζαμε αλλιώς
Μνήμη τού μέλλοντος
Η ξέστηθη που τύφλωνε όλα τα μάτια
Και αποστόμωνε τόσες φωνές
Μ' ένα φιλί στα σκοτεινά και θα γινόταν
Φως μες στο μυαλό
Και δε θα μπορούσε
Να τη χωρέσει καμιά στιγμή
Δίχως να σπάσει
Το γυάλινό της καθρεφτάκι πάνω στο πλυντήριο]
Για να σκεφτούμε από την άλλη
Μήπως
Τα καλύτερα τραγούδια κρύβονται στ' αλήθεια
Στα συνθήματα των τοίχων
Που γράφει με σπουδή ένα χέρι
Μόλις ανάψουν τα φώτα στα σκοτάδια
Καθώς πάντα θα φτάνει
Σα στιγμιαία λύτρωση στο σώμα
Το κορίτσι που λέγαμε
Με το πιο φανταχτερό όνομα
Sylvia Άνναμπελ Nicole
Για να διαβάσει
Την ορμή των στίχων που ξεπηδούν από μέσα μας
Όπως ένα μαχαίρι απ' τήν καρδιά
Ενώ νυχτώνει•
Ρογήρος Δέξτερ.
◇
Σχόλια