φωνές από το τελευταίο βαγόνι: Kοραλία Θεοτοκά



 

 Ρώτησα εκείνον που δεν γέλασε ποτέ.
-Γιατί ποτέ δεν γέλασες; Και είπε:
-Υπάρχει τίποτα για να γελάσω;
Ρώτησα εκείνον που γελάει πάντα.
-Γιατί γελάς; Και είπε:
-Υπάρχει κάτι για να μη γελάσω;
Είναι καιρός να συμφωνήσουμε με σοβαρότητα.



Αντί στεφάνου
  
Ποια απάντηση, ποιος χτύπος στο κοιμισμένο στήθος σου αγόρι
γαζωμένο από τις σύγχρονες μηχανές σε σχήμα χελιδονιού
άγγελε με χλωρή γενειάδα κάτω από τις ερπύστριες
συνείδηση βαμμένη στον τοίχο και στις πέτρες
σώπασες τ' όνομά σου μες στη βοή της λάσπης
περιστέρι μπροστά στα ηλεκτροφόρα σύρματα
με το σύνθημα της δικαιοσύνης στο χώμα.

Με το τραγούδι χαιρετίζω όσους μοχθούν
για τη ζωή, όχι στο χαμό της
για την τροφή, όχι τη στέρηση της
για τη γνώση, με τη γνώση
ενάντια στις αριθμομηχανές των κρεάτων
ενάντια στον οργασμό της κατανάλωσης
ενάντια στις τρομερές λυχνίες της δισχιλιετηρίδας.

Θα 'ρθει ένας κόσμος χλόης αγόρι
και θα δουλεύουμε στη μοιρασιά των λουλουδιών.

*από την ενότητα Κατάλοιπα ποιήματα στον τόμο Τα κείμενα της- Τα κείμενα για το έργο της, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 1977.


Κύκλωμα

Λες ν’ αυτοκτόνησε ο Θεός, μητέρα,
σαν έφτιαξε τον κόσμο
δεν άντεξε την παραδείσια ομορφιά·
ή, δεν του φτάσανε όλα τα νερά
για να πλύνει τα χέρια του· ο δημιουργός τους.
Λες να πορευόμαστε μονάχοι πια, μητέρα,
όταν ο Μέγας Σχιζοφρενής
κατάλυσε τον εαυτό του
φυσώντας την πνοή του στον Αδάμ
μ’ ένα «Χαίρε»;
Πέντε αισθήσεις, λοιπόν.
Κι’ άντε να βυζάξεις το Μυστήριο
με νεκρούς πριν και μετά από σένα
«ων ουκ έστι αριθμός».

Ο εργάτης με το compresseur
χαμογελά στο πέρασμά μου, ρίχνει λόγια.
Να, κάποιος που ανοίγει δρόμους.

– Μάνα! 


*από την Ταυτότητα, 1971, Εκδόσεις Ίκαρος.














Κοραλία Ανδρειάδη Θεοτοκά
1935-1976

 

Σχόλια