ταξιδεύοντας σε ανοιχτό πεδίο: Τάσος Λειβαδίτης [O Eπόμενος]

Ο επόμενος^

Τα παιδιά κοιμόντουσαν ωχρά, δαγκωμένα απ’ τα γαβγίσματα του ταξιδιού, τα χωράφια ήταν ξέσκεπα και η μέρα τόσο γαλάζια, ο οδοστρωτήρας αγκομαχούσε τυραννισμένος απ’ τις μύγες, στις άγρυπνες νύχτες μου μάρτυς μονάχα ο Θεός κι η πεθαμένη υπηρέτρια, που ακούγοντας ένα περαστικό κουδούνι σηκώθηκε απ’ τον τάφο της ν’ ανοίξει.
……Και είδα ότι είχα φτάσει σε ακτές ουράνιες, ναυαγισμένος μέσα στα παπούτσια μου.
……Τώρα, κάθε φορά που θα δω μια σκάλα κάθομαι χάμω και κλαίω, γιατί ξέρω πως δε θα ξαναβρεθώ — κι έραβα τις πληγές μου για να μη χαθεί ο θησαυρός που μου εμπιστεύτηκαν, για να γεννήσω έναν ακόμα στεναγμό, για να με συχωρέσει ο άνθρωπος που ασέλγησε πάνω μου, μην ξέροντας πώς αυτή είναι η δύναμη μου, σαν τις μηλιές που ανθίζουν όταν ακούσουν το λάλημα του τρελού.
……Όταν τέλος αποφάσισα να παραδοθώ, έφερα μεγάλες αγκαλιές άχυρο και σκέπασα τα ίχνη μου,
……γι’ αυτόν που ερχόταν πίσω.

^από τη συλλογή Νυχτερινός επισκέπτης (1972), ενότητα, Διασπορά, Τόμος 2 της τρίτομης έκδοσης του Κέδρου. Περισσότερα για τον ποιητή εδώ


Τάσος Λειβαδίτης
1922-1988

Σχόλια