Νέοι ποιητές στο τρένο της ποίησης: Νικολέττα Κατσαρή


















3.

Ιαχές ξελογιάστρες ανέμισαν τον ήλιο
Χρυσαφιά αρμένισαν τη θαλάσσια αύρα χορεύοντας
Γλαυκοί νέοι εκεί περιμένουν τη μύηση
με χείλια φλογισμένα
με σημαδεμένο πρόσωπο απ' την αρμύρα
του πνιγμού και του έρωτα
Φτεροκοπώντας οι νέοι περιμένουν τις πτώσεις

Αναδεύτηκε ο ορίζοντας και είχε στο δόντι την πικρή ελιά
Στο άσπρο βότσαλο γλίστρησε ο κόσμος και γέλασε
ξαφνιασμένος μιας που επιτέλους τα κατάφερε να πέσει
γυμνός, με άδεια χέρια και στόμα γεμάτο
Γονάτισε,
τις παλάμες στο έδαφος έβαλε
κι έσκυψε απ' την άκρη του γκρεμού
το κάτω χείλι του δαγκώνοντας,
να δει με γουρλωμένα έκπληκτα μάτια εκεί κάτω,
τι συνέβη και τι συντελείται
κι έπαιξε τα ρουθούνια του να οσμιστεί
τι γεννιέται
και το λουλούδι των αιώνων πώς αναδύεται και πώς αιωρείται.


















 4.

Με ρήμαξαν οι χαραυγές
                      που μυστικά συντελούνται
Αφηνιάσανε οι πληγές
                      χάσκουν και αφηγούνται
πώς διασχίστηκαν τα πέρατα,
πώς δαμάστηκαν από τις πτώσεις οι γκρεμοί...

και συγκλονίστηκε ο άνθρωπος που είδε
πόσο σύμπαν χωράει εντός του.




















15.

Πλημμύρισαν τα μάτια μου από την κτίση
Έσκυψα και αφουγκράστηκα τους οργασμούς τις γέννες
Ξανθές σαν τη γύρη και ηλιόλουστες
Πάλλεται η γη και ανεμίζει τα νιάτα της
την κορφή απ' το στήθος της έχει γυμνή
καρτερώντας ν' αντέξει ο κόσμος ν' ανεβεί να θηλάσει

Μα εγώ που ήξερα να υπολογίζω με τα ανθρώπινα μέτρα,
βρήκα πως πολύ θα περίμενε, χρόνια πολλά
γιατί ακόμη ώρα δεν ήτανε
τα ρόδα να ρίξουν τ' αγκάθια τους
και το πλήθος τη φοβέρα να ρίξει.




Νικολέττα Κατσαρή
από την πρώτη της ποιητική συλλογή «Πικρή γενιά» (2011)

Σχόλια